Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Ένα ακόμα νέο ξεκίνημα


Κάθε Σεπτέμβρη με το ξεκίνημα των σχολείων, όσοι εμπλέκονται σ’ αυτό που ονομάζομαι εκπαιδευτική πράξη, κάποιοι όχι όλοι, θέτουν στόχους, αναθεωρούν, ίσως και να αναστοχάζονται.
Όλοι οι ενήλικοι κουβαλάμε την αίσθηση πως είμαστε παιδιά, άρα και εξαρτημένοι από την δύναμη των άλλων και πως συνάμα μας επιτρέπεται και η αφέλεια. Από την άλλη άνθρωποι με εξουσία, όπως ο εκπαιδευτικός όσον αφορά την τάξη του, είναι συνηθισμένο να αναπτύσσει  μία αίσθηση μεγαλείου και πολλές φορές για να καλύψει την πεποίθηση πως είναι ένα συνηθισμένο άτομο, άρα  δίχως και ιδιαίτερη επίδραση στους άλλους. Σε πολλούς η αίσθηση παντοδυναμίας λειτουργεί αμυντικά, όπου τους προστατεύει από αισθήματα τρόμου, θλίψης ή και εξευτελισμού.
Διαφέρει κατά πολύ αυτή η ψευδαίσθητη δύναμη από τη ρεαλιστική δύναμη, όπου ο εκπαιδευτικός είναι πρόθυμος να αναλάβει ρίσκα με την ομάδα του και πιστεύει πως έχει εναλλακτικές λύσεις, όπου αφενός μπορεί να τις εφαρμόσει και αφετέρου να διαχειριστεί με επιτυχία τα όποια προβλήματα. 
Η τάξη παρέχει το πλαίσιο όχι μόνο της διανοητικής σύνδεσης, αλλά και της συναισθηματικής με τους μαθητές. Ο εκπαιδευτικός είναι ανάγκη να μετακινηθεί από μία ουδέτερη και αποστειρωμένη πολλές φορές στάση ουδετερότητας, σε μία ενσυναισθηματική σχέση με τους μαθητές του και κυρίως με εκείνους που δυσκολεύονται για ποικίλους λόγους να ακολουθήσουν το ρυθμό των υπόλοιπων. Ο ρόλος της ενσυναίσθησης, όταν είναι γνήσιος, συνίσταται κυρίως στο να οδηγήσει το μαθητή στην αυτενέργεια. Μία διευκρίνιση, για να μπορέσει η ενσυναίσθηση να παίξει ουσιαστικό ρόλο θα πρέπει να ικανοποιεί μία αναγκαία συνθήκη, να είναι ειλικρινής.  Μέσα από το πλαίσιο της ενσυναίσθησης που αναπόφευκτα εάν πληροί τον παραπάνω όρο θα οδηγήσει στην αγάπη, ο μαθητής μπορεί να νιώσει πως γίνεται αποδεκτός γι’ αυτό που είναι στην πραγματικότητα και γιατί όχι να ελπίζει πως θα αλλάξει, για να γίνει αρεστός.
Άραγε έχουμε αναρωτηθεί πόσο ικανοποιημένος είναι ο μαθητής με τον κόσμο που έχει εν πολλοίς δημιουργήσει, ή μάλλον έχει αρθρωθεί γι’ αυτόν. Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον εφόσον στρέφαμε αυτή την ερώτηση και προς τον εαυτό μας, όλοι όσοι ασχολούμαστε με έφηβους και παιδιά, κατά πόσο είμαστε ικανοποιημένοι με τον κόσμο μας: να τι κάνεις στους άλλους, να τι κάνεις με τη γνώμη των άλλων για σένα, να ποια είναι η δική σου γνώμη για σένα, είσαι ικανοποιημένος με τις πράξεις σου;…
Όταν η απάντηση που έρθει είναι όχι δεν είμαι ικανοποιημένος, η αίσθηση της δυσαρέσκειας θα πρέπει να μετουσιωθεί σε μία απαίτηση, που θα οδηγήσει στην αλλαγή, αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να λάβει χώρα ένας πρωταρχικός παρακινητής, η βούληση. Το έργο του παιδαγωγού δεν είναι ασφαλώς να δημιουργήσει αυτή τη θέληση, αλλά να βοηθήσει ώστε να απομακρυνθούν τα εμπόδια που περιορίζουν ή δεν αφήνουν να ανθίσει αυτή η βούληση. Οι στόχοι θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε 4 βασικούς: α) μπορώ να αλλάξω τον κόσμο που έχω δημιουργήσει για τον εαυτό μου, β) δεν υπάρχει κάποιος κίνδυνος στην αλλαγή, γ) για να επιτύχω αυτό που θέλω είναι ανάγκη να αλλάξω και δ) μπορώ να αλλάξω, είμαι ικανός για αυτή την αλλαγή.

Τρύφων Νικολόπουλος
DEA Ειδικός παιδαγωγός- Φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου